- Βούδας
- (Buddha). Με το όνομα αυτό αναφέρονται στις ινδικές παραδόσεις ξεχωριστά άτομα, τα οποία, αφού έχουν πετύχει την υπέρτατη πνευματική φώτιση (βόδα), αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μεταδώσουν στην ανθρωπότητα τη διδασκαλία για τη σωτηρία της (βούδας σημαίνει στα σανσκριτικά ο φωτισμένος). Ο τελευταίος από τους β. αυτούς ήταν ο Σιντάρτα, γνωστός με το όνομα Γκαουτάμα ή Γκοτάμα Σακιαμούνι.
Τα πιο σημαντικά επεισόδια της ζωής του Β. αναφέρονται στα παλιά κείμενα, που μολονότι δεν είναι ιστορικά κείμενα με τη στενή έννοια, αντιπροσωπεύουν τις πιο αρχαίες παραδόσεις. Σύμφωνα με αυτά, ο Β. γεννήθηκε στο Λούμινι, κοντά στο Καπιλαβάστου του Νεπάλ, το 557 π.Χ. Μεταγενέστερες παραδόσεις αναφέρουν ότι ο Β. γεννήθηκε από το πλευρό της μητέρας του, Μάγια, και το επεισόδιο αυτό είναι ένα από τα προσφιλέστερα στη βουδιστική αγιογραφία. Πέθανε από δυσπεψία σε ένα άλσος από δέντρα σαλ κοντά στην Κουσιναγκάρα, το 477 π.Χ. Δύο αρχαιολογικές ανακαλύψεις επιβεβαιώνουν, μαζί με τη χρονολογία, τον τόπο της γέννησης και του θανάτου του. Το 1896 βρέθηκε μία στήλη που την είχε στήσει το 244 π.Χ. στη Λούμινι ο αυτοκράτορας Ασόκα, η οποία αναγράφει ότι εκεί γεννήθηκε ο Β. Η δεύτερη ανακάλυψη έγινε από τον Κλάξτον Πεπέ, που ύστερα από 24 αιώνες ξαναβρήκε στην Κουσιναγκάρα τον τύμβο που περιείχε την τέφρα του Β.
Σύμφωνα με την παράδοση, ο πατέρας του, θέλοντας να τον προφυλάξει από το μέλλον που του είχαν προφητεύσει από τη γέννησή του, φρόντισε να του δώσει όλες τις επίγειες απολαύσεις αποκλείοντας ό,τι θα μπορούσε να του προκαλέσει λύπη και τον πάντρεψε με μία εξαδέλφη του, τη Γιασοντάρα, από την οποία απέκτησε ένα παιδί, τον Ράχουλα. Όταν όμως ο Β. είδε κάποια μέρα μία κηδεία, έναν άρρωστο και έναν περιπλανώμενο μοναχό, αποφάσισε να ασκητέψει και εγκατέλειψε οικογένεια και αγαθά για να αναζητήσει την αλήθεια. Αποσύρθηκε σε ένα δάσος και βυθίστηκε σε στοχασμούς, με την καθοδήγηση δύο βραχμάνων στην αρχή και ύστερα μόνος. Σε λίγο τον ακολούθησαν και πέντε μαθητές, οι οποίοι αργότερα τον άφησαν και έφυγαν. Ο Β., ύστερα από τρομερές δοκιμασίες, βρήκε την εσωτερική φώτιση και αναγνώρισε αυτές που τις ονόμασε Τέσσερις Αλήθειες: ότι η πραγματικότητα του κόσμου είναι πόνος, ότι η αρχή του πόνου βρίσκεται στην επιθυμία ή στην προσήλωση στη ζωή, ότι η απελευθέρωση από τον πόνο είναι δυνατή με την εξαφάνιση κάθε επιθυμίας (νιρβάνα) και ότι υπάρχει ένας δρόμος για την εξαφάνιση αυτή: ο νόμος. Ύστερα από βαθιά περισυλλογή, ο Β. αποφάσισε να κάνει γνωστή στην ανθρωπότητα την απελευθερωτική εμπειρία του και άρχισε το κήρυγμα μιας διδασκαλίας που ονομάστηκε Μέση Ατραπός, γιατί απέχει και από τις ηδονές και από τον υπερβολικό ασκητισμό. Δεν διατύπωσε κάποια ιδιαίτερη θεωρία για τον κόσμο. Ο κόσμος είναι αυτός που είναι και το μόνο που χρειάζεται είναι να απελευθερωθεί κανείς από αυτόν. Για να το πετύχει αυτό, πρέπει να ακολουθήσει την Οκταπλή Ατραπό, που την αποτελούν η ορθή αντίληψη, η ορθή σκέψη, ο ορθός λόγος, η ορθή πράξη, ο ορθός δρόμος, η ορθή προσπάθεια, η ορθή γνώση και ο ορθός στοχασμός. Ο τελευταίος αυτός αποτελεί την κυριότερη εντολή του Β., καθώς γι’ αυτόν η ανθρώπινη προσωπικότητα δεν βασίζεται στο Εγώ, αλλά στην εξατομικευμένη γνώση που προέρχεται από τη δυνατότητα της αναπαράστασης και η οποία συνδέεται με μία αίσθηση εξαρτώμενη από προγεννητικές παρορμήσεις και περιορισμένη από την υλική μορφή, τις πέντε σκάντα. Ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για το πεπρωμένο του και το καθορίζει με τις πράξεις του (κάρμα) σε μια άλλη ζωή. Ο κύκλος γέννησης και θανάτου, διαρθρωμένος σε δώδεκα στιγμές που η μία αποτελεί αιτία της άλλης (άγνοια, έμφυτες προδιαθέσεις, μορφή, ικανότητα, αντίληψη, αίσθηση, δίψα και δεσμός με τη ζωή, ύπαρξη, γέννηση, γηρατειά, θάνατος), έχει την αρχή του σε μια έμφυτη άγνοια που μόνο η νιρβάνα μπορεί να ξεριζώσει. Ο Β. κήρυξε σχεδόν για σαράντα χρόνια στις βόρειες Ινδίες με τεράστια επιτυχία μια διδασκαλία που είχε ως βάση τη γαλήνη, την αγάπη, τη στωική αντιμετώπιση των δεινών της ζωής, διδασκαλία της οποίας ζωντανό παράδειγμα ήταν ο ίδιος. Όταν πέθανε, είχε πια συγκροτηθεί το μοναστικό τάγμα του (Σάνγκα) και είχε αρχίσει η διάδοση του βουδισμού σε ολόκληρο τον κόσμο.
Επίχρυσοι Βούδες ιαπωνικής τέχνης (φωτ. Atlas).
«Βουδική Τριάδα», έργο του Κορεάτη γλύπτη Τόρι Μπούσχι (623). Πρόκειται για αγάλματα από επιχρυσωμένο μπρούντζο.
Αγάλματα του «Βούδα της Συμπάθειας», σε παγόδα του Κιότο.
Ο «Μέγας Βούδας» της Καμακούρα, η οποία από τον 12ο έως τον 14ο αι. υπήρξε το σπουδαιότερο θρησκευτικό, καλλιτεχνικό και πνευματικό κέντρο της Ιαπωνίας, ονομαστό για τις μεγαλοπρεπείς παγόδες του (φωτ. Landau).
Dictionary of Greek. 2013.